– «Σας χρωστάω πολλά», είπα κάποτε στον Κωστή Στεφανόπουλο, που είχα την τύχη να τον γνωρίζω προσωπικά από νεαρός. «Χάρη σ’ εσάς απέβαλα φανατισμούς και παρωπίδες, είδα τα πράγματα πιο καθαρά, έκανα και… στροφή προς τα αριστερά!».
Η απάντησή του με ξάφνιασε:
– «Μα, το ίδιο συνέβη και σ’ εμένα! Όσο ήμουν στη Νέα Δημοκρατία, τα έβλεπα μονόπλευρα. Όλα τα καλά από ‘δω, όλα τα άσχημα στους απέναντι. Όταν αποχώρησα, κατάλαβα ότι δεν είναι έτσι. Κι εγώ δεν ξαναψήφισα συντηρητική παράταξη μετά το 1985».
Δεν δίσταζε να παραδεχτεί λάθη, να αναθεωρήσει απόψεις, να γίνει «κόκκινο πανί» για πρώην ομοϊδεάτες. Όπως ακριβώς ο μέντορας και συντοπίτης του, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος.
Λένε ότι ο Στεφανόπουλος ήταν η επιτομή της εντιμότητας και ο καλύτερος Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Μήπως τον αδικούν; Μήπως ήταν κάτι πολύ περισσότερο; Τι σημαίνει ηγέτης; Το λέει η λέξη: Αυτός που προ-ηγείται, που ανοίγει δρόμους, που δείχνει τον δρόμο στον λαό. Όχι αυτός που έπεται, που ακολουθεί, που άγεται και φέρεται.
Ο Στεφανόπουλος πήγαινε κόντρα στο ρεύμα, κόντρα και στο δικό του προσωπικό και κομματικό συμφέρον. Επέλεγε να είναι χρήσιμος, όχι ευχάριστος. Ανήκε στις σπάνιες εξαιρέσεις του κανόνα, στους πρωτοπόρους και ανιδιοτελείς ευπατρίδες.
Έφτασε στο σημείο να επιστρέψει στο δημόσιο επιχορήγηση που νόμιμα είχε δοθεί στο κόμμα του για τις εκλογές, κάποια εκατομμύρια, την εποχή που για να ανταποκριθεί στις εκλογικές ανάγκες εκποιούσε την προσωπική του περιουσία!
Το 1985 το συμφέρον του ήταν να παραμείνει στη σιγουριά τής Ν.Δ. και να περιμένει τη σειρά του για αρχηγός και πρωθυπουργός, καταπίνοντας πικρίες και προσβολές. Προτίμησε να ιδρύσει τη Δημοκρατική Ανανέωση και να αρθρώσει έναν νηφάλιο πολιτικό λόγο, την εποχή ακριβώς που ο δικομματισμός και ο φανατισμός «χτυπούσαν κόκκινο» και κάθε διαφορετική άποψη ήταν καταδικασμένη.
Το 1989 ήταν ο μόνος πολιτικός αρχηγός που αντιτάχτηκε στην παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου. Επισήμανε ως άριστος ποινικολόγος ότι δεν υπήρχαν ούτε καν ενδείξεις ενοχής. Και δικαιώθηκε.
Μόνον αυτός κατήγγειλε ως σκανδαλώδη, αντιδημοκρατική, αντισυνταγματική και αποτέλεσμα διαπλοκής την απόφαση οι τηλεοπτικές άδειες να δοθούν στο τραστ των μεγαλοεκδοτών. Εδώ κι αν δικαιώθηκε! Και φυσικά το πλήρωσε ακριβά. Οι εκδότες-καναλάρχες τον «έθαψαν» και δεν ξαναβγήκε ούτε βουλευτής.
Ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας αδιαφόρησε για τους τύπους και έδωσε στον θεσμό άλλη υπόσταση. Οι δημόσιες παρεμβάσεις του αφορούσαν καυτά ζητήματα της επικαιρότητας όπως η διαφθορά. Δεν ήταν γενικόλογα και ανούσια ευχολόγια.
Οποιοσδήποτε πολίτης ήθελε να του μιλήσει, έκλεινε ραντεβού και γινόταν δεκτός στο Προεδρικό Μέγαρο. Μεγάλο μέρος του μισθού του, της προεδρικής αποζημίωσης, το διέθετε με απόλυτη μυστικότητα σε άτομα που χρειάζονταν βοήθεια. Τα οποία δεν έμαθαν ποτέ ποιος έστελνε τα χρήματα.
Με τη μνημειώδη ομιλία του ενώπιον τού Κλίντον έκανε περήφανους όλους τους Έλληνες. Είπε όσα δεν είχε τολμήσει ποτέ Έλληνας ηγέτης να πει σε Αμερικανό πρόεδρο.
Την τελευταία φορά που επισκέφτηκα τον Πρόεδρο Κωστή Στεφανόπουλο στο λιτό γραφείο του, λίγα χρόνια πριν φύγει από τη ζωή, με εξέπληξε το ενδιαφέρον του για τους φίλους του και τα Γιάννινα. Με ρώτησε αν ζει ο πατέρας του Γιάννη, αν έχουν δουλειά τα παιδιά τού Νίκου και σε ποιο σημείο ήταν το στρατιωτικό νοσοκομείο Ιωαννίνων, όπου είχε νοσηλευθεί το 1950 ως φαντάρος. Με αποχαιρέτησε λέγοντας:
– «Θέλω να ξανάρθω, να σας δω όλους, να ανέβω στην Κόνιτσα και να περπατήσω ως την Αγία Βαρβάρα όπως έκανα νεαρός, αλλά γέρασα και με κουράζουν τα ταξίδια».
Σήμερα, επέτειο του θανάτου του, ήρθε στο νου μου μια απάντηση που έδωσε αποχωρώντας από την Προεδρία. Ρωτήθηκε από δημοσιογράφο για πόσο καιρό πιστεύει ότι θα τον θυμούνται οι Έλληνες.
– «Για μια μέρα!», είπε αμέσως.
Και δεν έπεσε έξω. Θα παθαίναμε άραγε όσα παθαίνουμε αν δεν είχαμε τόσο κοντή μνήμη;
Οι εξαιρέσεις σαν τον Κωστή Στεφανόπουλο, ωστόσο, γίνεται να μην αφήνουν τίποτα πίσω τους; Είναι δυνατόν να μη προσθέτουν ένα λιθαράκι για να αλλάξει κάποτε κάτι σ’ αυτόν τον τόπο;