Καλοκαίρι 1973. Πριν 51 χρόνια. Στο φοιτητικό μου δωμάτιο ακούω από το τρανζιστοράκι μια γνώριμη φωνή που μοιάζει με γαύγισμα: «Ελληνικέ λαέ, ζήτω η δημοκρατία!».
Ήταν ο δικτάτορας Παπαδόπουλος. Και ήταν τη μέρα που αποφάσισε να καταργήσει τη βασιλεία, να ανακηρύξει τον εαυτό του «Πρόεδρο της Δημοκρατίας» και να φορέσει φράκο και ψηλό καπέλο. Δεν έφταναν όλα τα άλλα, μας δούλευε κι από πάνω. Μας γλένταγε κανονικά.
Όταν στην εφηβεία σου ζεις τόσο παρανοϊκές καταστάσεις, ο δολοφόνος της δημοκρατίας να ζητωκραυγάζει υπέρ της δημοκρατίας και οι κυρ-Παντελήδες από κάτω να τον αποθεώνουν, τα έχεις δει όλα. Μεγάλο σχολειό η χούντα!
Μισός αιώνας από την κατάρρευση της δικτατορίας. Στον κήπο του Προεδρικού θα στηθεί ένα ακόμα κακόγουστο πανηγυράκι. Για μια ακόμα φορά θα πλέξουν το εγκώμιο της δημοκρατίας μας αυτοί που την κατάντησαν τετραπληγική. Αυτοί που έκαναν το πολίτευμά μας Προεδρευομένη Ληστοκρατία. Σαν το «ζήτω» του Παπαδόπουλου.
Σήμερα, όπως και τότε, ο φιλήσυχος κυρ-Παντελής, ο μέσος Έλληνας, σφυρίζει αδιάφορα για τον ωμό φασισμό που κυριαρχεί γύρω του. Δεν νοιώθει τρόμο και φρίκη, δεν βράζει από οργή. «Όταν πάψει να σε τρομάζει το τέρας, πάει να πει πως άρχισες να του μοιάζεις», λέει ο Μάνος Χατζιδάκις.
Φασισμός για τον κυρ-Παντελή είναι μόνο οι Κασιδιάρηδες. Αυτό του λένε τα εξαγορασμένα ΜΜΕ, αυτό πιστεύει. Δεν είναι φασισμός τα «έτσι γουστάρω» του κάθε πρωθυπουργού, ανώτατου δικαστή, τραπεζίτη, περιφερειάρχη, δημάρχου.
Είναι δημοκρατία για τον κυρ-Παντελή τα «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» με τα οποία κουκουλώνουν υποκλοπές, Τέμπη, Ζίμενς, Νοβάρτις, κρύβουν στο συρτάρι λίστες Λαγκάρντ, βάζουν στο αρχείο «αδιευκρίνιστα ποσά» υπουργών και ναρκόπλοια «νταβατζήδων», εξασφαλίζουν την ατιμωρησία τους με ασυλίες, παραγραφές, ακαταδίωκτα.
Δεν τρέχει τίποτα για τον Έλληνα όταν η ισονομία πάει περίπατο και το κράτος Δικαίου πέφτει σε κώμα. Όταν του παίρνουν το σπίτι για χρέος πέντε χιλιάρικων αυτοί που τον φέσωσαν με 400 εκατομμύρια.
Σε μια δημοκρατία, Βουλή, Δικαιοσύνη και Μέσα Ενημέρωσης ελέγχουν την κυβέρνηση. Δεν είναι κολαούζοι της κυβέρνησης. Ο ψηφοφόρος ενημερώνεται και αποφασίζει ελεύθερα. Δεν τον σέρνει από τη μύτη η φασιστική προπαγάνδα. Την κυβέρνηση την επιλέγει ο λαός. Όχι οι μαφίες των «εθνικών νταβατζήδων».
Χούντα, για τον σημερινό Έλληνα, είναι μόνο μια χούφτα καραβανάδες που αρπάζουν την εξουσία με τα τανκς. Όχι μια χούφτα ολιγάρχες που μονοπωλούν την ενημέρωση, την ενέργεια, τα καύσιμα, τα τρόφιμα, τα δημόσια έργα, εκτοξεύουν ασύδοτοι τις τιμές και καταληστεύουν τον λαό.
Κανένα πρόβλημα όταν αυτοί που ξαφρίζουν το πορτοφόλι του Έλληνα με τις ανατιμήσεις και αυτοί που τον ενημερώνουν με τα ΜΜΕ τους για τα αίτια των ανατιμήσεων, είναι… τα ίδια πρόσωπα! Όταν του μπουγαδιάζουν το μυαλό πως τη φωτιά στις τιμές τη βάζουν οι εξωγήινοι, στη χρεοκοπία του 2009 μάς οδήγησε η κυβέρνηση του 2015, εθνοσωτήρες είναι αυτοί που μας έριξαν στα βράχια.
Όλα καλά όταν οι απευθείας αναθέσεις και οι στημένοι διαγωνισμοί πάνε σύννεφο. Όταν πολιτικοί και αυτοδιοικητικοί μοιράζουν το δημόσιο χρήμα σε κολλητούς και κουμπάρους.
Πλέρια δημοκρατία οι «επενδυτές» που καταστρέφουν δάση, παραλίες, πόλεις και χωριά με τις ευλογίες της πολιτείας. Γιατί; Γιατί έτσι γουστάρουν. Γιατί ο κυρ-Παντελής με την ψήφο του τούς δίνει το «οκέι».
Κακά τα ψέματα. Η χούντα του 1967 σκότωσε τη δημοκρατία, οι χούντες και οι μαφίες του 2024 τη βιάζουν καθημερινά. Σχιζοφρενικό το «Ζήτω η δημοκρατία» του Παπαδόπουλου το ’73, φαρισαϊσμός οι πανηγυρισμοί για τα πενήντα χρόνια της ακρωτηριασμένης δημοκρατίας μας.
Στη χούντα του Παπαδόπουλου ξεσηκώθηκαν οι εικοσάρηδες. Στο Πολυτεχνείο ξέπλυναν την ντροπή ενός λαού κυρ-Παντελήδων που εφτά χρόνια έκανε την πάπια. Τη χούντα, όμως, δεν την έριξε το Πολυτεχνείο. Την έριξε η εθνική τραγωδία που η ίδια προκάλεσε όταν άνοιξε τον δρόμο στην Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο.
Ο Ιούλιος του ’74 διδάσκει πως οι ανώμαλες καταστάσεις δεν τελειώνουν ομαλά. Καταλήγουν σε εθνικές συμφορές. Ο χαμηλής νοημοσύνης, παιδείας και δημοκρατικής ευαισθησίας κυρ-Παντελής στηρίζει και διαιωνίζει και σήμερα αυτές τις καταστάσεις σκύβοντας το κεφάλι: Σφάξε με, αγά μου, ν’ αγιάσω!
Χούντες ευδοκιμούν όπου υπάρχουν ραγιάδες, μαφίες όπου υπάρχουν κορόιδα. Πουθενά αλλού. Ως γνωστόν, ο ηλίθιος είναι ο καλύτερος φίλος τού απατεώνα.