ΤΟ ΑΥΤΟΓΡΑΦΟ

1976. Φοιτητής στην Αθήνα. Με τον Αποστόλη, παλιό συμμαθητή και φίλο από τα Γιάννινα, αποφασίζουμε να πάμε για πρώτη φορά σε μια μπουάτ. Έχουμε ακούσει για τη «Διαγώνιο» και ανηφορίζουμε στην Πλάκα.

Δεν έχει κάθε παρέα το τραπέζι της, όλο το μαγαζί είναι μια παρέα. Καθόμαστε όλοι μαζί σε μεγάλα τραπέζια γύρω από την ορχήστρα και τους τραγουδιστές. Γιώργος Νταλάρας, Χάρις Αλεξίου, Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Κι ένα 19χρονο κορίτσι με μάξι φόρεμα και σοβαρό, χαμηλωμένο βλέμμα, που λέει κάτι εξαίσιες μπαλάντες του Κουγιουμτζή. Το όνομά της, Άννα Βίσση.

Στο διάλειμμα, ο Αποστόλης σηκώνεται να πάρει αυτόγραφο από την Αλεξίου. Τον συνοδεύω ως το καμαρίνι αλλά δεν μπαίνω μέσα, δεν με ενδιαφέρουν τα αυτόγραφα και δεν είμαι φαν της Αλεξίου. Με έχει εντυπωσιάσει η χαμηλών τόνων νεαρή με τη βελούδινη φωνή και τα όμορφα τραγούδια. «Να το καμαρίνι της δικιάς σου», μου λέει ο Αποστόλης και με σπρώχνει στη μισάνοιχτη πόρτα. Βρίσκομαι μπροστά στη «δικιά μου» και ακολουθεί ένας σουρεάλ διάλογος:
– Γεια σου, μου λέει πρώτη.
– Γεια σου και σένα.
– Πώς σε λένε;
– Θωμά.
– Εγώ είμαι η Άννα.
– Ναι, κάτι έχω ακούσει…
– Ήρθες για αυτόγραφο;
– Βασικά ήρθα γιατί ο Τόλιας πήγε στην Αλεξίου!
– Ποιος είναι ο Τόλιας;
– Φίλος απ’ τα Γιάννινα.
– Α… Τελικά θέλεις ή δεν θέλεις αυτόγραφο;
– Άντε, δώσε μια και ήρθα, λέω με συγκατάβαση λες και της έκανα χάρη.
«Ντιπ βλαμμένο είναι τούτο», θα είπε από μέσα της.

– Ρε Αποστόλη, πολύ καλή αυτή η μικρή. Ωραία φωνή και ωραίο κορίτσι, αποφαίνομαι καθώς φεύγαμε.
– Καλή είναι. Τα ‘χει με ένα ψηλό παιδί με γυαλιά που σπούδασε στην Αμερική και θέλει να γίνει πολιτικός.
Δεν ρώτησα το όνομα του ψηλού, το έμαθα τυχαία αργότερα: Αντώνης Σαμαράς.

Στην περσινή καραντίνα, τακτοποιώντας τα συρτάρια μου ανακάλυψα το ξεχασμένο αυτόγραφο. Η σημερινή Άννα Βίσση δεν θυμίζει το συνεσταλμένο 19χρονο κορίτσι στη «Διαγώνιο» του ’76. Ούτε αυτά που τραγουδάει τις ονειρικές μπαλάντες που έλεγε τότε, γι’ αυτό και δεν την ακούω. Η γενιά μου μεγάλωσε με τραγούδια μεγάλων δημιουργών και δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τα σημερινά ακούσματα, με μουσική της πλάκας και στίχους της πυρκαγιάς. Το αυτόγραφο το κρατάω για να το βλέπω και να χαμογελάω, να νοσταλγώ, να αμπελοφιλοσοφώ: τα πάντα ρει.
Θωμάς Νούσιας