Για τους μαθητές του ήταν ο συναρπαστικός καθηγητής. Στο μάθημα τής ιστορίας κρέμονταν απ’ τα χείλη του.
Για τους αναγνώστες του, ο ποιητής που μετέφρασε στα ελληνικά αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο συγγραφέας, ο κριτικός, ο δοκιμιογράφος.
Για τους Γιαννιώτες ήταν ο ευεργέτης που πρόσφερε την περιουσία του για να γίνει το μέγαρο τού Πνευματικού Κέντρου και άλλα έργα πολιτισμού.
Για μένα, ο Αρσένης Γεροντικός ήταν ο γείτονάς μου ο κύριος Αρσένης. Που με καλούσε στους περιπάτους του και κουβέντιαζε μαζί μου σαν συνομήλικος, κι ας είχε την ηλικία του παππού μου.
Στα Γιάννινα υπάρχει δρόμος με το όνομά του και η προτομή του, φιλοτεχνημένη από τον μαθητή του Κυριάκο Ρόκο. Ο σπουδαίος γλύπτης δεν ξεχνάει πως χάρη στον Γεροντικό ανακάλυψε το ταλέντο του και άνοιξε τα φτερά του. Οι άλλοι καθηγητές τον είχαν του κλότσου και του μπάτσου. Περιφρόνηση, χλευασμοί, κατακεφαλιές. Μόνο ο «γαλλικός» Αρσένης Γεροντικός αντιλήφθηκε την ιδιαίτερη ικανότητά του, τον ενεθάρρυνε, του μίλησε για την Σχολή Καλών Τεχνών, τον σύστησε στον Παύλο Βρέλλη. Και προειδοποίησε τους συναδέλφους του: «Αν δεν αφήσετε ήσυχο τον Ρόκο, θα έχετε να κάνετε μαζί μου!».
Τα παιδιά ξέρουν ποιοι δάσκαλοι νοιάζονται γι’ αυτά και ποιοι βγάζουν απωθημένα. Με ποιους η γνώση είναι ευχαρίστηση και με ποιους αγγαρεία. Ποιοι τα μαθαίνουν να σκέφτονται, να ψάχνουν και να τολμούν και ποιοι τα βασανίζουν με άχρηστες παπαγαλίες. Ο Γεροντικός ανήκε στους πρώτους, νοιαζόταν πραγματικά.
Όταν τέλειωνα το λύκειο, άκουσε μια μέρα στη γειτονιά ότι δεν τα πήγα καλά στα φυσικομαθηματικά και κινδύνευα να χάσω τη χρονιά. Αμέσως έτρεξε στη Ζωσιμαία, ρώτησε τους παλιούς συναδέλφους του, είδε τους βαθμούς μου και ήρθε σπίτι χαρούμενος: «Μην ανησυχείς! Περνάς!».
Τα γλαφυρά δοκίμιά του, κείμενα-διαμάντια, τα διαβάζει άνετα όχι μόνο ο διανοούμενος αλλά και ο απλός άνθρωπος. Τον ρώτησα μια μέρα γιατί συνεργάζεται μόνο με λογοτεχνικά περιοδικά. Γιατί δεν γράφει και σε εφημερίδες, να αποκτήσει επαφή με το ευρύ κοινό. Φάνηκε να το σκέφτεται.
– Στις εφημερίδες τα κείμενα κακοποιούνται αγρίως. Είναι γεμάτα τυπογραφικά λάθη, είπε στο τέλος.
Τον βεβαίωσα ότι θα κάνω ο ίδιος τις τυπογραφικές διορθώσεις αν μου εμπιστευτεί κάτι δικό του (τότε ήμουν αρχισυντάκτης στον «Πρωινό Λόγο»). Το ίδιο βράδυ κάθισε και έγραψε ένα εκπληκτικό επίκαιρο όσο και διαχρονικό δοκίμιο-άρθρο και το πρωί μού το έφερε. Τα μεσάνυχτα, την ώρα που τυπωνόταν η εφημερίδα, τον βλέπω να μπαίνει στο τυπογραφείο:
– Να ρίξω μια ματιά; Σ’ εσένα έχω απόλυτη εμπιστοσύνη αλλά με τους τυπογράφους ποτέ δεν ξέρεις…
Ο Γεροντικός είχε ιδιότυπο χιούμορ. Δεν καταλάβαινα πότε μιλούσε σοβαρά και πότε αστειευόταν. Τώρα, μετά από δεκαετίες, κατανοώ όσα τότε μού φαίνονταν παραδοξολογίες. Όπως: «Καλύτερα να είσαι ένα τίποτα παρά μια μετριότητα». Ή «Εγώ κατέστρεψα την ελληνική οικονομία. Τριάντα χρόνια συνταξιούχος κι ακόμα να πεθάνω!».
Αντισυμβατικός με τον τρόπο του, δεν δίσταζε να λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Χωρίς περίτεχνες εκφράσεις και γενικόλογες υπεκφυγές όπως άλλοι λόγιοι. Ανοιχτό μυαλό, ψαγμένος και πολύ διαβασμένος. Διόλου τυχαίο. Γεννημένος και μεγαλωμένος στην Κέρκυρα στις αρχές τού 20ού αιώνα, έμαθε πέντε ξένες γλώσσες, σπούδασε φιλολογία σε Γαλλία, Αυστρία και Ελβετία και έζησε αρκετά χρόνια στην Ευρώπη τού μεσοπολέμου.
Πριν επιστρέψει στην Ελλάδα και εγκατασταθεί μόνιμα στα Γιάννινα, είχε την ευκαιρία να ζήσει από κοντά τις ιστορικές εξελίξεις και τα ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα της εποχής. Μέχρι σκάκι με τον Λένιν έπαιζε σε μπιστρό της Γενεύης!
Έργο ζωής τού Γεροντικού αποτελεί η απόδοση στα ελληνικά αριστουργημάτων της παγκόσμιας λογοτεχνίας από τα γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ιταλικά: Λα Φονταίν, Ρακίνας, Ρεμπώ, Μποντλέρ, Γκαίτε, Σίλλερ, Μπερνς, Πόου, Δάντης.
– Ωραίο κοστούμι, κύριε Αρσένη! Με γεια! του λέω μια μέρα.
– Τι με γεια παιδί μου; Αυτό μού το έραψε ένας Ιταλός ράφτης το 1935!
Με την κυρία Λίτσα, τη γυναίκα του, το φαγητό τους ήταν συνήθως λίγα χόρτα το μεσημέρι και ένα γιαουρτάκι το βράδυ. Δεν ξόδευε. Στο σπίτι του δεν είχε ούτε ένα γραφειάκι. Ζούσε λιτά, σχεδόν ασκητικά, και διέθεσε όλες τις οικονομίες του και την πατρική περιουσία του για έργα πολιτισμού.
Αρσένης Γεροντικός: Ο Κερκυραίος που έγινε Γιαννιώτης και συνέχισε την παράδοση των Ηπειρωτών ευεργετών.