ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ «ΤΙΤΑΝΙΑ»

Του Θωμά Νούσια

Σ’ αυτόν τον κινηματογράφο βλέπαμε ταινίες στα Γιάννινα για μισό αιώνα. Μέχρι το ’80.

Διέθετε όλα τα κομφόρ: Κάπου 150 στενά και στριμωγμένα καθίσματα. Αν είχες μπόι κάτω από 1,50, χωρούσαν άνετα και τα πόδια. Μικροσκοπική οθόνη, μια ξυλόσομπα για τα μεγάλα κρύα, τέσσερα ανεμιστηράκια για τη ζέστη.

Τελευταία λέξη της τεχνολογίας κι ο εξαερισμός: Στα διαλείμματα άνοιγε για λίγα λεπτά η πόρτα προς την κεντρική πλατεία! Η ατμόσφαιρα γινόταν αποπνικτική από τον συνωστισμό αλλά ο χειριστής της μηχανής προβολής είχε βρει τη λύση: ψέκαζε νεροκολώνια πάνω από τα κεφάλια των θεατών με μια τρόμπα του φλιτ. Ψεκασμένοι από τότε!

Καθόσουν στις πρώτες σειρές; Έφευγες με τις καλύτερες των εντυπώσεων και με ωραιότατο αυχενικό. Ο μεγάλος άθλος, όμως, ήταν να καταφέρεις να μπεις. Ατέλειωτες οι ουρές, η χαρά του εφαψία. Ιδιαίτερα τα Σαββατοκύριακα που πλάκωνε όλος ο μαθητόκοσμος, οι φοιτητές και οι φαντάροι. Αν δεν ήσουν γερός στο σπρώξιμο και τις αγκωνιές, έμενες απ’ έξω.

Παίρναμε το εισιτήριο από την ταμία κυρία Διονυσία και μας το έκοβε ο εφοριακός που στεκόταν μονίμως στην είσοδο. Για να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή!

Οι μαθητές προτιμούσαμε την πρώτη απογευματινή προβολή: 3.30-5.30. Μπαίναμε μετά φόβου και με τα μάτια δεκατέσσερα μη πέσουμε πάνω σε καθηγητή και μας βγει η ταινία ξινή. Κάθε Μεγάλη Εβδομάδα το «Τιτάνια» πρόβαλε την παμπάλαια, ασπρόμαυρη, μεταγλωττισμένη στα ελληνικά ταινία «Ιησούς Ναζωραίος» και οι δάσκαλοί μάς πήγαιναν υποχρεωτικά στοιχισμένους κατά τριάδες.

Το ίδιο και στις «εθνικού και ηθικοπλαστικού περιεχομένου» ταινίες του Τζέιμς Πάρις. Πρέκας, Πολίτης, Κομνηνός, Κρούσκα, Δανδουλάκη και άλλοι εθνικοί ήρωες.

 Στο «ΟΧΙ» καθόμουν με τον Στέργιο Ναστόπουλο στην πρώτη σειρά. Γελάγαμε με το υπερβολικό παίξιμο του Πρέκα και λέγαμε πόσο όμορφο κορίτσι είναι η Κρούσκα. Ο Ορέστης Τζούμας και οι άλλοι συμμαθητές μάς φώναζαν να βγάλουμε τον σκασμό. Είχαν αγωνία μη πέσουν ο Πρέκας και η Κρούσκα στα χέρια των Γερμανών.

Το «Τιτάνια» του Κώστα Μπίτα, και στη συνέχεια της συζύγου του Διονυσίας, άνοιξε γύρω στο 1940 και λειτούργησε μέχρι τον Απρίλιο του 1987. Τα τελευταία χρόνια αναγκάστηκε να το γυρίσει στις τσόντες και τα καράτε. Από την τηλεόραση και τις βιντεοκασέτες είχαν λιγοστέψει απελπιστικά οι θεατές. Οι ελάχιστοι που είχαν απομείνει προτιμούσαν πιο σύγχρονους κινηματογράφους όπως το Σινε Μπίτα και η «Γρανάδα».